ΔΙΑΛΟΓΟΙ
Από την αρχή της εργασίας της, με μέθοδο, η Μάρω Καραγκουνάκη παρατήρησε τις αναπτύξεις που υποβάλλει ή προκαλεί η επεξεργασία των υλικών. Στην αρχή, η εργασία ήταν μία αρχαιολογία των υλικών, των οποίων διευθέτησε τις ιδιότητες, επιτείνοντας τις αρχικές τους ποιότητες, ενώ στη συνέχεια ανέλαβε να αποκαταστήσει τις όψεις μίας οργάνωσης όπου η μορφή αραιωνόταν σε σχεδόν αυτόματες και αυτόνομες επεκτάσεις. Ένα είδος μακέτας, ένα πρόγραμμα σε σμίκρυνση που εγγράφονταν διακλαδώσεις ενός χρώματος, εκεί ή αλλού σα χρωματική επέκταση. Και καθιέρωσε έτσι τα φωνήεντα, τα σύμφωνα, τις συλλαβές, τις λέξεις – κλειδιά μίας υποθετικής σύνθεσης στην επίπεδη επιφάνεια. Στη συνέχεια ήρθαν οι συνδέσεις. Ενέτεινε τα κομβικά σημεία, εκεί όπου αγκιστρώνονται τα χρώματα, ενσωματώνοντας ύλες, αδιόρατες σε μία πρώτη προσέγγιση και επιδεκτές να οξύνουν τα χρώματα μέχρι να τα κάνουν να είναι εκείνα τα ίδια, τοπικές ακρίβειες, στις οποίες στηρίζεται το υπόλοιπο της εικόνας, προκαλώντας άλλες ακρίβειες, ακόμη πιο δραστήριες και προβλέπουσες. Από το ίδιο αξίωμά τους να είναι συνεχώς ένα γίγνεσθαι, αυτά τα ζωγραφικά έργα ανήγγειλαν μέσω των βασικών τους διασυνδέσεων, τις προσεχείς σχέσεις. Ακολούθησαν τότε, μεγάλες περιοχές, οι οποίες επεξεργασμένες με τη σειρά τους έγιναν τα μέρη περιοχών και αυτές τα μέρη άλλων κ.τ.λ., στους αυξημένους ιλίγγους της συσσώρευσης. Τόσες εργασίες που επέτειναν μία από τις πλευρές, τις πιο αγνές της σύνθεσης : τη διεύρυνση, την οποία δεν ξέρουμε μέχρι που. Είναι ένα πρόγραμμα που γίνεται καθοδόν και το οποίο μορφοποιείται από αυτό που έκανε ή δεν έκανε. Είναι τέλος, ένα έργο του οποίου η καλλιτέχνης αγνοεί την τελευταία λέξη, την κατάληξη, το δραματικό στοιχείο της διακοπής. Η διακοπή: όταν καθιερώνεται το στερέωμα, σύμφωνα με πρόσκαιρες ισορροπίες: το επάνω και το κάτω, το διαγώνιο και το κάθετο, που φέρονται όχι μόνο στο επίπεδο, αλλά επίσης στο εμπρός και στο πίσω και συνεπώς στην ψευδαίσθηση μιας υλοποιημένης προοπτικής. Αυτό είναι το οριακό σημείο που αποτελεί και την έννοια της εργασίας. Επί του παρόντος τα μεγάλα μαύρα ανατρέπουν τον προβληματισμό του βάθους και του εμπρός. Κάνουν να ξεπηδούν υλικές ιδιότητες και υποβάλλουν μία εξέλιξη από την πλευρά της συσσώρευσης των διατάξεων – πεδία υπερτιθέμενα σε άλλα πεδία.
Εμμανουήλ Μαυρομμάτης
DIALOGUES
Dès le début, et avec beaucoup de méthode, Maro Karagkounaki, jeune artiste grecque, a surpris les épanouissements que suggère ou provoque le traitement des matières.
Son travail fut d’abord une archéologie des matériaux, dont elle agença les propriétés en accentuant leurs qualités initiales, puis entreprit de restituer les aspects d’une organisation où la forme se diluait dans des extensions quasi automatiques et autonomes. Une sorte de maquette, un programme en miniature, qui s’écrivait de ramifications repérées par telle couleur, la, ou, ailleurs, tel autre prolongement chromatique. Et elle établit aussi – elle continue à le faire – les onomatopées, les voyelles, les consonnes, les syllabes, les mots-clés d’une hypothétique composition sur le plan.
Vinrent ensuite les liaisons. Elle accentua les points nodaux, la où s’ancrent les couleurs, en incorporant des matériaux, imperceptibles en première approche et susceptibles d’affiner les couleurs jusqu’à les rendre à elles-mêmes, précisions locales ou prend appui le reste, provoquant d’autres précisions, encore plus actives et anticipantes. De par leur principe toujours en devenir, ces peintures annonçaient, par leurs liaisons de base, les prochaines relations.
Ce furent alors de grandes zones qui, à leur tour travaillées, devinrent des parties de zones, qui elles-mêmes, etc., dans les vertiges accrus de l’accumulation. Autant de travaux qui accentuaient l’un des aspects les plus purs de la composition: l’amplification dont on sait jusqu’où; programme en train de se faire et se faisant de ce qu’il vient de faire ou de ne pas faire; ouvre enfin dont l’artiste ignore par avance le fin mot, l’aboutissement, point dramatique de l’arrêt. L’arrêt: quand la constellation s’établit selon des équilibres précaires: le haut et le bas, le diagonal et le vertical, rapportés non seulement au plan, mais aussi à l’avant et à l’arrière, et donc a l’illusion d’une perspective matérialisée; point limite qui est aussi le sens du travail.
Actuellement ses grands noirs bouleversent la problématique du fond et de l’avant. Ils font jaillir des propriétés, elles-mêmes matérielles, et suggèrent une évolution du côté de l’accumulation des ordonnances – de plans superposés a d’autres plans.
Emmanuel Mavrommatis
DIALOGUES
Palais d Ίena
Conseil Economique et Social
Paris 1993
Στην τέχνη της εποχής μας, τέχνη πολλαπλότητας και απρόβλεπτων, εκπληκτικών διαφοροποιήσεων, προστίθεται όλο και περισσότερο μία συνεχώς επεκτεινόμενη συνθετική λειτουργία: πρόκειται για την αντίληψη εκείνη κατά την οποία η δημιουργία της ανακάλυψης ξεκινά από την ιστορική εμπειρία της τέχνης, ώστε να συνεργάζεται η γνώση με τη διαίσθηση. Έτσι η θεμελιώδης διαμάχη της καλλιτεχνικής ιστορίας μεταξύ της επιφάνειας και της υποδομής της, του επιπέδου και του χώρου, της πραγματικότητας και της προοπτικής ψευδαίσθησης του βάθους, ανακατατάσσονται σε μία ενοποιητική σύνθεση, που είναι η ίδια έργο δημιουργίας. Έκτοτε τα χαρακτηριστικά της δημιουργίας φορτίζονται με μία ουσιώδη αυστηρότητα: είναι η αφομοίωση της καλλιτεχνικής εργασίας στον κοινωνικό και αρχιτεκτονικό χώρο, ως ένα δομικό του στοιχείο –
διαμέσου της χρήσης υλικών και τεχνικών μέσων που αναφέρονται στη συγκρότησή του. Έτσι η καλλιτεχνική εργασία δε γίνεται μόνο μία υλική επέμβαση, ένδειξη κυριαρχίας των τεχνικών μέσων, αλλά γίνεται επίσης ένα πρόγραμμα οργάνωσης – πρόγραμμα ιδεών, που λαμβάνονται στις λειτουργικές τους σχέσεις, σαν οι ίδιες να ήταν το έργο – πράγμα που εξασφαλίζει την ισοτιμία της καλλιτεχνικής πράξης με τις άλλες ανθρώπινες δραστηριότητες. Εμμανουήλ Μαυρομμάτης Dans l’art de notre époque, à la permanence de pluralités et de diversités imprévues, étonnantes, se joint de plus en plus une fonction de synthèse qui va s’amplifiant: il s’agit de créer l’invention à partir de l’expérience historique de l’art et d’associer la connaissance et l’intuition; de sorte que le conflit fondamentale de notre histoire artistique entre la surface et son support, le plan et l’espace, le réel et l’illusion perspective de la profondeur, se refond dans une composition unitaire, elle-même oeuvre de création. Emmanuel Mavrommatis
Τα χρόνια 1970 – 1980 αντιπροσωπεύουν αυτή την κλίμακα των ερευνών που έχει οδηγήσει στη μεγάλη αντιπαράθεση, μεταξύ της ζωγραφικής ως τέχνης της αποκλειστικά επίπεδης επιφάνειας και της επέμβασης στο χώρο, ως της υλοποίησης της ψευδαισθητικής ζωγραφικής παράστασης. Αυτή η έκθεση εικονογραφεί με ενδεικτικές εικόνες, μερικές από αυτές τις ιδέες. Γάλλοι και Έλληνες καλλιτέχνες που συμμετέχουν στην ίδια συλλογή, τοποθετούν τόσο στο οπτικό όσο και στο εννοιολογικό πεδίο τις βάσεις μίας διαδρομής όπου τα συστήματα οργάνωσης του χώρου γειτονεύουν με τα υλικά που τα δομούν: οι γεωμετρικές τέχνες γίνονται το σύστημα μέσω του οποίου θα οργανωθούν οι ύλες μέχρι να αποτελέσουν τις ενδείξεις υλών, τις ενδείξεις συστημάτων οργάνωσης, τέλος μέχρι να διατυπωθούν καθεαυτά συστήματα οργάνωσης που υπερβαίνουν τη γεωμετρία και την ύλη. Είναι μία αντιπαράθεση στην οποία Έλληνες και Γάλλοι καλλιτέχνες συμμετέχουν σε μία αλληλεπίδραση, μέσω κοινών εμπειριών από τον ίδιο σύγχρονο κόσμο και χάρη σε δύο πολιτισμούς που μέσα στο χώρο και στο χρόνο, είναι συμπληρωματικοί.
Καλλιτεχνικός Επιμελητής της έκθεσης
Dès lors, les traits de la création se chargent d’une rigueur essentielle: l’intégration du travail artistique dans l’espace social et architectural, partie constituante de cet espace, par l’emploi de moyens matériels et techniques qui se rapportent à son agencement.
Ainsi le travail artistique devient-il non seulement une intervention matérielle de maîtrise technique, mais aussi un programme d’organisation – programme d’idées constitués dans leurs rapports fonctionnels comme étant elles-mêmes une oeuvre – qui assure l’équivalence de l’acte artistique et des autres activités humaines.
Les années 70-80 représentent cet éventail de recherches qui conduit actuellement à la grande confrontation de la peinture comme l’art de la surface exclusivement plane et de l’intervention de l’espace comme matérialisation de l’illusion perspective de la peinture.
Cette exposition illustre par des images indicatives quelques-une de ces idées. Artistes français et grecs participent à la même collection posent, sur le plan visuel et conceptuel, les jalons d’un parcours où les systèmes d’organisation de l’espace voisinent avec les matériaux qui les structurent: les arts de la géométrie deviennent le système par lequel les matières seront organisées jusqu’à constituer des indices de matière, des indices de systèmes d’organisation, enfin jusqu’à ce que soient énoncés de purs systèmes d’organisation qui échappent à la géométrie et à la matière.
C’est une confrontation à laquelle artistes grecs et français participent de manière interactive, nourris à la fois des expériences du même monde actuel et de deux cultures qui, dans l’espace et le temps, sont complémentaires.
Commissaire artistique de l’exposition
[Απόσπασμα καταλόγου, από το «σχόλιο 1» του επιμελητή της έκθεσης «ΔΙΑΛΟΓΟΙ 1989 – 1995: Σύγχρονοι Έλληνες και Γάλλοι καλλιτέχνες στο Γαλλικό Ινστιτούτο Θεσσαλονίκης», Εμμανουήλ Μαυρομμάτη. (2014)] Το πρόγραμμα επεκτάθηκε, στη συνέχεια, στο εσωτερικό του Ινστιτούτου, με τοιχογραφίες που πραγματοποιήθηκαν τόσο από νέους καλλιτέχνες της Σχολής και νέους Γάλλους καλλιτέχνες, όσο και από αναγνωρισμένους Έλληνες και Γάλλους καλλιτέχνες, σε τρόπο ώστε αυτή η ιδέα να υλοποιεί μια ιστορική, σε ευρωπαϊκό πεδίο, γαλλική πολιτιστική πολιτική επένδυσης, με καλλιτεχνικά έργα, των δημόσιων κτηρίων. En 1989 le Directeur de l’Institut Français de Thessalonique, Gilbert Béranger, a pris l’initiative de proposer le revêtement des murs extérieurs de la Rotonde de l’Institut avec des fresques. Ainsi, il a demandé au professeur d’histoire de l’art de l’École, Emmanuel Mavrommatis, de participer à ce programme spécial, financé, quant à l’achat du matériel par la Mission Laïque Française. Ce programme a conduit dans un premier temps, à la création de trois frises d’environ 600 mètres carrés, autour de la Rotonde de l’Institut, avec 80 grandes fresques.
Το 1989 ο Διευθυντής του Γαλλικού Ινστιτούτου Θεσσαλονίκης, Gilbert Béranger, είχε την πρωτοβουλία να προτείνει την επένδυση των εξωτερικών τοίχων της Ροτόντας του Ινστιτούτου με τοιχογραφίες. Έτσι ζήτησε από τον καθηγητή ιστορίας τέχνης της Σχολής Καλών τεχνών Θεσσαλονίκης, Εμμανουήλ Μαυρομμάτη, να συνεργαστεί στο ειδικό αυτό πρόγραμμα, το οποίο χρηματοδοτούμενο, ως προς την αγορά των υλικών από την Mission Laïque Française, οδήγησε, σε μια πρώτη περίοδο στην επένδυση τριών διαζωμάτων 600 περίπου τετραγωνικών μέτρων της Ροτόντας του Ινστιτούτου με 80 μεγάλες τοιχογραφίες.
Στα επόμενα στάδια του προγράμματος, Έλληνες και Γάλλοι καλλιτέχνες προσκλήθηκαν από το Ινστιτούτο με δαπάνες από την Mission Laïque Française, για να δημιουργήσουν επιτόπου κινητά καλλιτεχνικά έργα, ένα μέρος των οποίων παρέδωσαν στο Ινστιτούτο, με αποτέλεσμα η συλλογή του να αριθμεί σήμερα πολλές δεκάδες έργων, ζωγραφικών, χαρακτικών και κατασκευών και να έχουν πραγματοποιηθεί 21 ατομικές εκθέσεις νέων ή αναγνωρισμένων Ελλήνων και Γάλλων καλλιτεχνών.
Στις εκθέσεις αυτές, συνοδευόμενες από αντίστοιχα δίγλωσσους καταλόγους των οποίων είχε την ευθύνη ο επιμελητής αυτής της έκθεσης, προστέθηκαν στη συνέχεια 24 ατομικές εκθέσεις της σειράς των Τετραδίων του Τριγώνου. Επρόκειτο για τη συνεργασία μεταξύ τους, του Γαλλικού Ινστιτούτου Θεσσαλονίκης, του Ιταλικού Ινστιτούτου Θεσσαλονίκης, της École des Beaux Arts του Saint-Étienne (Γαλλία) και της Accademia di Belle Arti της Bologna (Ιταλία) με αντικείμενο την πραγματοποίηση μετακινούμενων εκθέσεων Ελλήνων, Γάλλων και Ιταλών, νέων ή καθιερωμένων καλλιτεχνών, διαδοχικά στις τρεις πόλεις (Θεσσαλονίκη, Saint-Étienne, Bologna), συνοδευόμενων από τρίγλωσσο κατάλογο των οποίων τον συντονισμό και την ευθύνη είχε αναλάβει ο επιμελητής αυτής της έκθεσης.
Αυτή η δραστηριότητα του Γαλλικού Ινστιτούτου (…), παρουσιάστηκε στο Παρίσι, το 1993, από την Mission Laϊque Française για τον εορτασμό των 90 χρόνων της, με μια αντιπροσωπευτική έκθεση των καλλιτεχνών που συνεργάστηκαν ή που επρόκειτο να συνεργαστούν με το Γαλλικό Ινστιτούτο.
Η έκθεση πραγματοποιήθηκε υπό την αιγίδα του Προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας François Mitterrand, στο Palais d’Iéna, στο κέντρο του Παρισιού. Ήταν μια έκθεση 35 νέων ή αναγνωρισμένων Ελλήνων και Γάλλων καλλιτεχνών την οποία συνόδευε ο Κατάλογος, “Dialogues/Διάλογοι” προλογιζόμενος από τον Γενικό Γραμματέα της Mission Laϊque Française Gerard Chomier και από τον επιμελητή της έκθεσης, ο οποίος και προλόγισε επίσης το έργο τού κάθε καλλιτέχνη (…).
Le programme a été, par la suite, étendu aux espaces intérieurs de l’Institut, avec des fresques réalisées aussi bien par de jeunes artistes de l’École et de jeunes artistes français que des artistes grecs et français reconnus, dans les salles de cours. Il s’agissait de mettre en œuvre, dans l’espace européen, une politique culturelle française historique en matière de revêtement de bâtiments publics avec des œuvres d’art.
Lors des prochaines étapes du programme, des artistes grecs et français ont été invités à l’Institut avec une prise en charge des frais par la Mission Laïque Française, afin que des œuvres mobiles soient créées in situ. Une partie d’entre elles a été déposée à l’Institut. C’est la raison pour laquelle la collection compte actuellement plusieurs dizaines d’œuvres ; des peintures, des gravures et des installations suite à 21 expositions individuelles d’artistes grecs et français, jeunes ou confirmés.
À ces expositions, accompagnées de Catalogues-triptyques bilingues, dont la responsabilité était confiée au commissaire de l’exposition, s’ajoutèrent par la suite 24 expositions individuelles de la série Cahiers du Triangle. Il s’agissait d’une collaboration entre l’Institut Français de Thessalonique, l’Institut Italien de Thessalonique, l’École des Beaux-arts de Saint-Étienne (France) et de l’Accademia di Belle Arti de Bologne (Italie) dont l’objet était la réalisation d’expositions itinérantes d’artistes jeunes ou confirmés grecs, français et italiens.
Cette activité de l’Institut Français ont été présentées à Paris, en 1993, par la Mission Laϊque Française pour la célébration de ses 90 ans, avec une exposition représentative des artistes ayant collaboré ou sur le point de collaborer avec l’Institut Français.
L’exposition, organisée dans le centre de Paris, au Palais d’Iéna, a été placée sous l’égide du Président de la République française, M. François Mitterrand. Ce fut une exposition de 35 artistes grecs et français, jeunes ou confirmés, accompagnée du Catalogue «Dialogues/Διάλογοι», comprenant une préface du Secrétaire Général de la Mission Laϊque Française Gerard Chomier, et le commissaire de cette exposition qui a consacré également une préface à l’œuvre de chaque artiste.